Υποτροφίες προς Αποφυγή

Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή ακαδημαϊκού ιδρύματος από τους φοιτητές είναι η ακαδημαϊκή αναγνώριση. Απόφοιτοι των οποίων τα πτυχία τους δεν τυγχάνουν  ακαδημαϊκής αναγνώρισης, δεν έχουν την ευχέρεια να εργαστούν στον δημόσιο τομέα αλλά ούτε και να γίνουν μέλη επαγγελματικών συνδέσμων για να εξασκήσουν το επαγγέλματος τους στον ιδιωτικό τομέα. Η ακαδημαϊκή αναγνώριση δίδεται από το Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.).
Κάποια πανεπιστήμια με στόχο να προσελκύσουν φοιτητές προσφέρουν υποτροφίες. Αυτό συμβαίνει και στην περίπτωση του Must University το οποίο ανακοίνωσε στην ιστοσελίδα του ότι προσφέρει υποτροφίες σε Κύπριους φοιτητές. Σύμφωνα με γνωματεύσεις του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ και του Fulbright Commission, το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού ανακοίνωσε ότι το Must University δεν είναι αναγνωρισμένο ίδρυμα Ανώτερης ή Ανώτατης Εκπαίδευσης από τους αρμόδιους φορείς των ΗΠΑ, όπου και έχει την έδρα του, και συνεπώς οι τίτλοι που χορηγεί δεν μπορούν να τύχουν ακαδημαϊκής αναγνώρισης.

Μεταλυκειακά Ινστιτούτα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης

Το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την ίδρυση και λειτουργία μεταλυκειακών ινστιτούτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, τα οποία θα αρχίσουν να λειτουργούν στις επαρχίες της ελεύθερης Κύπρου, από τη σχολική χρονιά 2012-13. Η εν λόγω απόφαση περιλαμβάνει την εισαγωγή προγραμμάτων δια βίου εκπαίδευσης με την ίδρυση και λειτουργία ενός συστήματος μεταλυκειακής εκπαίδευσης και κατάρτισης.
Στην απόφαση συμπεριλαμβάνετε η αύξηση του αριθμού και τον εκσυγχρονισμό των εσπερινών σχολείων, των κρατικών ινστιτούτων επιμόρφωσης και των κέντρων επιμόρφωσης ενηλίκων. Η εν λόγω πρόταση ετοιμάστηκε από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού σε συνεργασία με το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για την ίδρυση και λειτουργία των μεταλυκειακών ινστιτούτων, η οποία εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Στόχος των μεταλυκειακών ινστιτούτων είναι να προσφέρουν ευκαιρίες στους πολίτες της Κύπρου και ιδιαίτερα στους νέους για απόκτηση, βελτίωση ή αναβάθμιση των επαγγελματικών τους προσόντων και δεξιοτήτων, ώστε να καταστούν ικανότεροι για απασχόληση και συμμετοχή στην αγορά εργασίας. Τα μεταλυκειακά ινστιτούτα θα λειτουργήσουν αρχικά για μια τριετία, αρχίζοντας από τη σχολική χρονιά 2012-13, σε υφιστάμενες τεχνικές σχολές και ενιαία λύκεια της επαρχίας Λευκωσίας, Λεμεσού, Λάρνακας και Πάφου. Η λειτουργία των ινστιτούτων αυτών θα αξιολογηθεί αρχικά για τη σχολική χρονιά 2012-13, ενώ με βάση τα πορίσματα της αξιολόγησης της πιλοτικής λειτουργίας των ινστιτούτων στο τέλος της τριετίας, θα ληφθούν αποφάσεις για τη μόνιμη λειτουργία και θεσμοθέτησή τους.

Το «Ισοδύναμο» των Πτυχίων είναι ταυτόσημο με το «Ισότιμο»

Εξειδικευμένος λοχίας της Αστυνομίας προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο δια τον λόγο ότι δεν προήχθη στην θέση του υπαστυνόμου. Προσλήφθηκε στην Αστυνομία το 2004 και αφού συμπλήρωσε εξαετή υπηρεσία στο βαθμό του λοχία, δεν προήχθη στη διαδικασία προαγωγών η οποία τροχιοδρομήθηκε την 16η Μαρτίου 2010. Ο αιτητής είναι κάτοχος διπλώματος της Ανώτερης Δημόσιας Σχολής Εμπορικού Ναυτικού του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας της Ελλάδας.       
 
Η Αστυνομία δεν προήγαγε τον αιτητή βασιζόμενη στο ότι το δίπλωμά του, αν και αναγνωρίστηκε από το ΚΥΣΑΤΣ το 2008, ως ισότιμο και αντίστοιχο Ανώτατης Εκπαίδευσης Τεχνικού Τομέα, δεν αναγνωρίζετο ως ισότιμο κι αντίστοιχο πανεπιστημιακού επιπέδου παρά μόνο ως ισότιμο πανεπιστημιακού επιπέδου. Αυτό ήταν λανθασμένο, σύμφωνα με την Δικαστή κ. Καλλιγέρου η οποία σημείωσε ότι: «Ο κανονισμός 14(1)(β)(i) εβασίσθη στο άρθρο 17Α(3) (α) του περί Αστυνομίας Νόμου του 2006 το οποίο απαιτεί πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή άλλο ισοδύναμο προσόν. Καθόσον τα πτυχία των ΤΕΙ, μετά από την αναβάθμισή τους σε Σχολές Ανώτατης Εκπαίδευσης, αναγνωρίστηκαν στην Ελλάδα ως ισότιμα με πτυχία πανεπιστημίου, και στην Κύπρο τότε ο Ν. 219(Ι)/2002 προνόησε ότι οι τίτλοι σπουδών των ΤΕΙ τυγχάνουν της ίδιας αναγνώρισης όπως στην Ελλάδα. Τούτο καθιστούσε το πτυχίο του αιτητή ισοδύναμο, όπως απαιτεί ο νόμος και ο κανονισμός, και δεν ήταν επιτρεπτό να ζητείται, πέραν της ισοτιμίας, και αντιστοιχία προς πτυχίο πανεπιστημίου, δεδομένης της ήδη αναγνώρισης από το ΚΥΣΑΤΣ ισοτιμίας, αλλά και αντιστοιχίας προς πτυχίο Ανώτατης Εκπαίδευσης Τεχνολογικού Τομέα».
 
Αποδεχόμενος την προσφυγή ο δικαστής τόνισε τα ακόλουθα: «Εδώ τόσο ο νόμος όσο και ο κανονισμός ζητούν “ισοδυναμία” που παραπέμπει σε ισοτιμία και όχι σε αντιστοιχία. Αν ο Κύπριος νομοθέτης δεν προέβη στις διακρίσεις μεταξύ πτυχίων πανεπιστημίου και πτυχίων ΤΕΙ, στις οποίες έχει προβεί ο Ελληνας νομοθέτης για τον σκοπό που μας αφορά, δεν είναι πράγμα που μπορεί να “διορθωθεί” με προσφυγή στην αντιστοιχία. Η εξίσωση ως ισότιμων και αντιστοίχων των πτυχίων του ΑΤΙ προς πτυχίο πανεπιστημίου στη βάση της αντιστοιχίας τους προς τα πτυχία των ΤΕΙ, ενισχύει την αντίληψη για έλλειψη διάκρισης στην Κύπρο (και δεν μιλούμε για την Ελλάδα) μεταξύ πτυχίων πανεπιστημίου και πτυχίων ΤΕΙ για σκοπούς ισοδυναμίας».